Ετυμολογία

επεξεργασία

φτωχικά < φτωχικ(ός) +

Επίρρημα

επεξεργασία

φτωχικά

  • με φτωχικό τρόπο, χωρίς πλούτη και πολυτέλεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία

φτωχικά < φτωχικ(ός) +

Επίρρημα

επεξεργασία

φτωχικά

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία