φλογερά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαφλογερά < (καθαρεύουσα) φλογερῶς
Επίρρημα
επεξεργασίαφλογερά
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαφλογερά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του φλογερό