φανατικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- φανατικά < φανατικ(ός) + -ά
Επίρρημα
επεξεργασίαφανατικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία φανατικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαφανατικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του φανατικό