Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φάκαμπλ < (μεταγραφή) αγγλική fuckable

  Μεταγραφή επεξεργασία

φάκαμπλ άκλιτο

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία