Δείτε επίσης: ριζοβολάω

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τριζοβολάω < τριζοβολώ < τρίζω + -ο- + -βολώ

τριζοβολάω

  Μεταφράσεις

επεξεργασία