τρίχες
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τρίχες < πληθυντικός αριθμός του τρίχα
Ουσιαστικό
επεξεργασίατρίχες θηλυκό στον πληθυντικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία τρίχες
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίατρίχες θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του τρίχα
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίατρίχες θηλυκό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του θρίξ