Ετυμολογία

επεξεργασία
τα εν οίκω μη εν δήμω: → δείτε  τα (τά), εν & δοτική οίκω (ἐν οἴκῳ, αυτά που είναι του σπιτιού, οικογενειακά), μη (μή, [να μην είναι]) εν & δοτική δήμω (ἐν δήμῳ, αυτά που είναι δημόσια)
 
Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. ετυμολογίας. Από πότε η φράση; ‑‑Sarri.greek  | 14:11, 8 Οκτωβρίου 2024 (UTC).


  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ta‿en‿iko ˈmi en‿ˈðimo/

  Παροιμία

επεξεργασία
  • οι οικογενειακές υποθέσεις δεν πρέπει να κοινολογούνται στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, (δε βγάζουμε τα οικογενειακά μας στη φόρα)
    παλιότερη γραφή: τὰ ἐν οἴκῳ μὴ ἐν δήμῳ

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • οίκοςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)