Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σωρεύω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
ʑ==
Νέα ελληνικά
(el)==
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Πίνακας περιεχομένων
1
Ετυμολογία
2
Ρήμα
3
Συγγενικά
4
Σύνθετα
4.1
Μεταφράσεις
Ετυμολογία
επεξεργασία
σωρεύω
<
σωρός
+
-εύω
Ρήμα
επεξεργασία
σωρεύω
μαζεύω
,
συλλέγω
.
Συγγενικά
επεξεργασία
σωρευμένος
σώρευση
σωρευτής
σωρευτικός
σωρεία
σωρός
Σύνθετα
επεξεργασία
επισωρεύω
συσσωρεύω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σωρεύω
γαλλικά
:
accumuler
(fr)
,
entasser
(fr)