• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

συμπαρατάσσω

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
συμπαρατάσσω < αρχαία ελληνική συμπαρατάσσομαι / συμπαρατάττομαι < σύν + παρατάσσω < παρά + τάσσω / τάττω

Ρήμα

επεξεργασία

συμπαρατάσσω (παθητική φωνή: συμπαρατάσσομαι)

  1. (κυριολεκτικά) παρατάσσω πολεμιστές σε παράταξη μάχης
  2. (μεταφορικά) δημιουργώ συμμαχίες

Συγγενικά

επεξεργασία
  • συμπαράταξη
  • συμπαρατασσόμενος
  • → δείτε τις λέξεις παρατάσσω και τάσσω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    συμπαρατάσσω
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=συμπαρατάσσω&oldid=6727736"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Μαΐου 2024, στις 05:10

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Μαΐου 2024, στις 05:10.
      • Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας