Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /siŋ.xɾo.niˈka/
τυπογραφικός συλλαβισμός: συγ‐χρο‐νι‐κά

  Επίρρημα

επεξεργασία

συγχρονικά

  1. που αναφέρεται σε τωρινά θέματα, σε σύγχρονο χρόνο
  2. (γλωσσολογία) που αναφέρεται στη συγχρονία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

συγχρονικά