στο πι και φι
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΈκφρασηΕπεξεργασία
στο πι και φι
- πολύ γρήγορα, άμεσα, αστραπιαία, στο άψε σβήσε
- έκανε όλες τις διορθώσεις στο πι και φι
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
στο πι και φι
Επεξεργασία
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)