Ετυμολογία

επεξεργασία
στοματικός έρωτας < → δείτε τις λέξεις στοματικός και έρωτας, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική oral sex

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

στοματικός έρωτας αρσενικό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία