στατική δέσμευση
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- στατική δέσμευση < → δείτε τις λέξεις στατική και δέσμευση < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική static binding
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
στατική δέσμευση
- (προγραμματισμός) η συσχέτιση (δέσμευση) ονόματος και οντότητας (κώδικας ή δεδομένα) που συμβαίνει κατά το στάδιο της μεταγλώττισης ενός προγράμματος
Αντώνυμα επεξεργασία
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
στατική δέσμευση