Ετυμολογία

επεξεργασία

ραφτικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου ραφτικός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ραφτικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • τα εργατικά για το ράψιμο ή τη μεταποίηση ρούχου

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

ραφτικά