παραπέντε
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασία- παραπέντε < (ορθογραφικό δάνειο) γαλλική parapente (γαλλική προφορά /paʁapɑ̃t/)
Προφορά
επεξεργασία→ λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπαραπέντε ουδέτερο άκλιτο
- μεγάλο ορθογώνιο αλεξίπτωτο που επιτρέπει στον χρήστη του να « πετάξει » από την πλευρά ενός βουνού
- (συνεκδοχικά, αθλητισμός) το αντίστοιχο άθλημα
Συνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΕτυμολογία 2
επεξεργασία- παραπέντε < φράση στο παρά πέντε με συνεκφορά του παρά & πέντε
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pa.ɾaˈpen.de/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πα‐ρα‐πέ‐ντε
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπαραπέντε ουδέτερο άκλιτο
- γραφή της έκφρασης παρά πέντε ως μία λέξη
Πηγές
επεξεργασία- παραπέντε - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- παραπέντε — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)