Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

παραθυρεοειδής αδένας < παραθυρεοειδής + αδένας ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική parathyroid gland)

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

παραθυρεοειδής αδένας αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία