Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πάση θυσία < (καθαρεύουσα ) πάσῃ θυσίᾳ (δοτική ενικού του πᾶσα θυσία) → δείτε τις λέξεις πάσα και θυσία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Έκφραση επεξεργασία

πάση θυσία

  Μεταφράσεις επεξεργασία