Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 

  Ετυμολογία επεξεργασία

μπουλντόγκ < αγγλική bulldog (ταύρος + σκύλος)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μπουλντόγκ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία