Ετυμολογία

επεξεργασία
μοναδιαίος τελεστής <  δείτε τις λέξεις μοναδιαίος και τελεστής < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική unary operator

Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

μοναδιαίος τελεστής

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία