μελέ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαμελέ ουδέτερο άκλιτο
- (αργκό) η συμπλοκή, η ανακατωσούρα, το μπάχαλο, το νταβαντούρι, η φάση
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Μελέ στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία μελέ
|