→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
μαρδάς < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική مارد٥ (επιπλέον ποσό, πάνω από την συμφωνηθείσα τιμή που δίνεται ως φιλοδώρημα σε αγοραπωλησία[1])

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μαρδάς αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. σελ. 1654 - J.W. Redhouse, A Turkish and English Lexicon. Shewing in English: The Significations of the Turkish Terms [Τουρκικό (οθωμανικό) και αγγλικό λεξικό] (Κωνσταντινούπολη: Printed for the American Mission by A.H. Boyajian, 1884) (ανατύπωση: Βηρυτός: Librairie du Liban, 1974 & 1987).