φιλοδώρημα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- φιλοδώρημα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική φιλοδώρημα[1] < φιλοδωρῶ, φιλο-δωρη- + -μα < αρχαία ελληνική φιλόδωρος [2]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /fi.loˈðo.ɾi.ma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φι‐λο‐δώ‐ρη‐μα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφιλοδώρημα ουδέτερο
Συγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τις λέξεις φίλος, δώρημα και δώρο
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία φιλοδώρημα
- ↑ φιλοδώρημα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ «φιλοδωρώ» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.