μάλιστα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μάλιστα < αρχαία ελληνική μάλιστα, υπερθετικός βαθμός του μάλα
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈma.li.sta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μά‐λι‐στα
Επίρρημα
επεξεργασίαμάλιστα
- ναι (σε ένδειξη σεβασμού προς το συνομιλητή)
- όταν ήμουν μικρός, μου έλεγαν ότι στους μεγαλύτερους δεν πρέπει να απαντάω με το "ναι" αλλά με το "μάλιστα"
- μονολεκτικό σχόλιο που δηλώνει ότι ο ομιλητής κατανόησε αυτό που μόλις άκουσε και ανάλογα με τον τόνο της φωνής συνδηλώνει έκπληξη, δυσφορία ή ειρωνεία
- - Ακούγεται ότι θα γίνουν κι άλλες περικοπές στους μισθούς.
- - Μάλιστα.
- ιδίως, ιδιαίτερα (για να δοθεί έμφαση) δηλώνει και αντίθεση
- είναι δύσκολο να μεγαλώνεις παιδιά και μάλιστα στη σημερινή εποχή
- (παρωχημένο) με το άρθρο τα δήλωνε το πάρα πολύ, τον υπερθετικό
- Είναι τα μάλιστα ευγενής