at that
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαat that (en)
- (ιδιωματισμός) και μάλιστα, χρησιμοποιείται όταν δίνει μια επιπλέον πληροφορία
- ↪ He’s a teacher, and a bad one at that!
- Είναι δασκαλάκος, και μάλιστα κακός!
- ↪ There are differences and obvious ones at that.
- Υπάρχουν διαφορές και μάλιστα ολοφάνερες.
- ↪ He was injured and seriously at that.
- Τραυματίστηκε και μάλιστα σοβαρά.
- ↪ He’s a teacher, and a bad one at that!
Πηγές
επεξεργασία- at (idioms): at that - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 521. ISBN 9780194325684., λήμμα: μάλιστα