Δείτε επίσης: κυρ

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κιρ < (λόγιο δάνειο) γαλλική kir < προς τιμήν του Félix Kir, δήμαρχου της Ντιζόν, που προώθησε το κοκτέιλ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κιρ ουδέτερο άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία