Ετυμολογία

επεξεργασία
κεράσα < κεράσια (προφορά ceˈɾasça) + με αποβολή του ημιφώνου ανάμεσα σε [s] και φωνήεν (όπως διακόσια > διακόσα)

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

κεράσα ουδέτερο