Ετυμολογία

επεξεργασία
διακόσια < αρχαία ελληνική, ουδέτερο του αριθμητικού επιθέτου διακόσιοι

Αριθμητικό

επεξεργασία

διακόσια και διακόσα

  • απόλυτο αριθμητικό (200)· έπεται του εκατόν ενενήντα εννέα (199) και προηγείται του διακόσια ένα (201)

Μεταφράσεις

επεξεργασία