Ετυμολογία

επεξεργασία
κατισχύω < ελληνιστική κοινή κατισχύω < αρχαία ελληνική ἰσχύς

κατισχύω

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία