Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

κακοπερνάω < κακο- + περνάω

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ka.ko.peɾˈna.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κα‐κο‐περ‐νά‐ω

  ΡήμαΕπεξεργασία

κακοπερνάω/κακοπερνώ, στ.μέλλ.: θα κακοπεράσω, αόρ.: κακοπέρασα (χωρίς παθητική φωνή)

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

Παράγωγες λέξειςΕπεξεργασία

ΚλίσηΕπεξεργασία

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία