Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

καθαρή συνάρτηση < → δείτε τις λέξεις καθαρός και συνάρτηση, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική pure function

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

καθαρή συνάρτηση

  • (επιστήμη υπολογιστών) η συνάρτηση (με παραμέτρους) στην οποία όταν εισάγονται οι ίδιες παράμετροι επιστρέφει την ίδια τιμή και δεν μεταβάλλει, ούτε μεταβάλλεται από το υπόλοιπο σύστημα, εκτώς από τις παραμέτρους που δέχεται και την τιμή που επιστρέφει
    Η συνάρτηση sqrt(9) που επιστρέφει την τετραγωνική ρίζα του 9 (εδώ 3) είναι καθαρή συνάρτηση, ενώ η συνάρτηση print(9) που τυπώνει το 9 δεν είναι γιατί μεταβάλει την κατάσταση της οθόνης, όπου παρουσιάζεται το αποτέλεσμα

Αντώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία