ιπτάμενο δελφίνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
ιπτάμενο δελφίνι < → δείτε τις λέξεις ιπτάμενος και δελφίνι ((μεταφραστικό δάνειο) (αγγλικά) flying dolphin)
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
ιπτάμενο δελφίνι ουδέτερο
- (νεολογισμός) (ναυτικός όρος) είδος ταχύπλοου επιβατηγού θαλάσσιου σκάφους
Συνώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ιπτάμενο δελφίνι