Δείτε επίσης: ζηλῶ, ζηλώ

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ζηλόω < ζῆλος

  Ρήμα επεξεργασία

ζηλόω / ζηλῶ

  1. ζηλεύω
  2. θαυμάζω
  3. μακαρίζω
  4. ανταγωνίζομαι

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη ζῆλος

  Πηγές επεξεργασία