Δείτε επίσης: ἐπίτηδες, ἐπιτηδές

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

επίτηδες< (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἐπίτηδες, ομηρικό ἐπιτηδές

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /eˈpi.ti.ðes/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ε‐πί‐τη‐δες

  Επίρρημα επεξεργασία

επίτηδες (τροπικό επίρρημα)

Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία