Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βλέπε τις λέξεις ελεύθερος και πτώση.

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

ελεύθερη πτώση

Μια μεταλλική σφαίρα σε ελεύθερη πτώση.
Το χρηματιστήριο βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση.

  Μεταφράσεις επεξεργασία