Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

διαχειριστής πακέτου < → δείτε τις λέξεις διαχειριστής και πακέτο < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική package manager

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

διαχειριστής πακέτου ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία