Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

package manager < → δείτε τις λέξεις package και manager

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
package manager package managers

package manager (en)

Υπώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία