ατομικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ατομικά < ατομικός
Επίρρημα
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασία
ατομικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ατομικό