Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αλέ ρετούρ < (λόγιο δάνειο) γαλλική aller-retour, (μετάβαση-επιστροφή)[1]

  Επίθετο επεξεργασία

αλέ ρετούρ άκλιτο

  • για μετάβαση σε έναν τόπο και η επιστροφή απ' αυτόν
    Το εισιτήριο αλέ ρετούρ κοστίζει 100 ευρώ. Το απλό (επί δύο) κοστίζει περισσότερο.

Εκφράσεις επεξεργασία

Συνώνυμα επεξεργασία

  Επίρρημα επεξεργασία

αλέ ρετούρ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αλέ ρετούρ ουδέτερο άκλιτο

  1. το πήγαιν' έλα
  2. (ηλεκτρολογία) διακόπτης που μαζί με άλλον ελέγχει το ίδιο φωτιστικό

Άλλες γραφές επεξεργασία

  • αλέ-ρετούρ (με διατήρηση των ενωτικών, όπως στα γαλλικά)[2]

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. αλέ ρετούρ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. «αλέ-ρετούρ» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)
    Με σχόλιο για τις μεταφράσεις του 19ου αιώνα: «αμφοτερήλατο» (εισιτήριο) και «αμφοτερόπλουν».