• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ακίνητο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ακίνητο τα ακίνητα
      γενική του ακινήτου
& ακίνητου
των ακινήτων
    αιτιατική το ακίνητο τα ακίνητα
     κλητική ακίνητο ακίνητα
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ακίνητο, ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου ακίνητος

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ακίνητο ουδέτερο

  • (νομικός όρος) (κατά τον Αστικό Κώδικα) το έδαφος και τα συστατικά του μέρη, δηλαδή τα οικοδομήματα, ό,τι αποφέρουν αυτά, καθώς και ό,τι υπάρχει στο υπέδαφος


Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη ακίνητος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ακίνητο
  • αγγλικά : real estate (en)
  • γαλλικά : immobilier (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ακίνητο&oldid=7086597"
Τελευταία επεξεργασία στις 9 Μαρτίου 2025, στις 10:11

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    • Polski
    • Türkçe
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 9 Μαρτίου 2025, στις 10:11.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας