Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική dionyziz
      γενική dionyzi
    αιτιατική dionyzi
     κλητική dionyziz

  Ετυμολογία επεξεργασία

Dionyziz < Διονύσης, Διονύσιος < Διόνυσος (θεός της ελληνικής μυθολογίας)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Dionyziz αρσενικό

  1. Πλάσμα που ζει στο σκοτάδι. Το βαμπίρ.
  2. Απόφοιτος ηλεκτρολόγος μηχανικός του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
  3. Φοιτητής κρυπτογραφίας στη Σχολή Πληροφορικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία