Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Πιστεύω < πιστεύω (πρβ. λατινικά: Credo)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Πιστεύω ουδέτερο, μόνο στον ενικό, άκλιτο

  1. το σύμβολο της χριστιανικής πίστης, η προσευχή που αρχίζει με το ρήμα πιστεύω
    για να βαφτίσεις κάποιον, πρέπει να πεις το Πιστεύω
  2. (κατ’ επέκταση) κάθε διακήρυξη, κείμενο ή σώμα κειμένων όπου αποτυπώνεται η ουσία μιας θεώρησης, πολιτικής θέσης κ.λπ. (συχνά με πεζό αρχικό, ως ουσιαστικό)
    στην πολύτομη έκδοση με τίτλο Το πιστεύω μας του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου βρίσκουμε την παρουσίαση των ιδεολογικών αρχών και των πολιτικών πρακτικών του καθεστώτoς της 21ης Απριλίου 1967

Σημειώσεις επεξεργασία

  • χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα έναρθρο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία