Ετυμολογία

επεξεργασία
Πενίς < πορτογαλική Peniche < ισπανική pinaza (είδος βάρκας) < pino (πεύκο) + -aza < λατινική pinus (πεύκο) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *poi- (χυμός)

  Μεταγραφή

επεξεργασία

Πενίς ουδέτερο άκλιτο

  • πόλη της Πορτογαλίας
    ※  Μια τέτοια προσωρινή απασχόληση είχε το καλοκαίρι ο Φρανσίσκο Αλφόνσο, ως σερβιτόρος στο παραθαλάσσιο θέρετρο Πενίς. (*)

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Peniche στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Μεταφράσεις

επεξεργασία