Μπετζάγια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /beˈd͡za.ʝa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπε‐τζά‐για
Μεταγραφή επεξεργασία
Μπετζάγια θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Μπετζάγια στη Βικιπαίδεια
Μπετζάγια θηλυκό άκλιτο