Δείτε επίσης: ματ

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ΜΑΤ <  : Μονάδες Αποκατάστασης [της] Τάξης, από τη δεκαετία του 1970

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /mat/

  Συντομομορφή

επεξεργασία

Μ.Α.Τ. ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό άκλιτο ακρωνύμιο

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • αποκαλούνται "τα ΜΑΤ" (ουδέτερο, πληθυντικός) παρά το ότι πρόκειται για τις μονάδες

Δείτε επίσης

επεξεργασία