• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Καψικόν

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Κύριο όνομα
      • 1.2.1 Δείτε επίσης
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
Καψικόν < λόγιο ενδογενές δάνειο: νεολατινική capsicum (Capsicum) < ελληνιστική κοινή καψικός < λατινική capsa < capio

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Καψικόν ουδέτερο

  • ταξινομικός όρος - γένος:  (Capsicum) φυτά από το φύλο Capsiceae της οικογένειας Στρυχνοειδών

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Καψικόν στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    το γένος Καψικόν
  • διαγλωσσικοί όροι: Capsicum
  • νεολατινικά : capsicum (la)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Καψικόν&oldid=5640320"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Δεκεμβρίου 2022, στις 20:38

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Δεκεμβρίου 2022, στις 20:38.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας