Α2
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΣημειώσεις
επεξεργασία- για το μέγεθος τυπογραφικού χαρτιού → δείτε το λατινικό A2
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασία- Α2 < Αυτοκινητόδρομος 2
Συντομομορφή
επεξεργασίαΑ2 αρσενικό αρκτικόλεξο
- αυτοκινητόδρομος ο οποίος συνδέει την Ηγουμενίτσα με τους Κήπους του Έβρου, η Εγνατία Οδός
- ※ [...]στην ανακοίνωση σημειώνεται ότι λόγω εργασιών του ΑΔΜΗΕ στη ΧΘ 324+500 του αυτοκινητοδρόμου Α2 (Εγνατία Οδός) και βάσει της υπ΄ αριθμ. 4736 απόφαση της Διεύθυνσης Τροχαίας Θεσσαλονίκης την Κυριακή 03 Σεπτεμβρίου 2017 και ώρα 06:00-09:30π.μ. θα διακοπεί η κυκλοφορία όλων των οχημάτων [...] (Διακοπή κυκλοφορίας την Κυριακή στην Εγνατία Οδό λόγω εργασιών, Η Καθημερινή, 1 Σεπτεμβρίου 2017)
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΕτυμολογία 2
επεξεργασίαΣυντομομορφή
επεξεργασίαΑ2 θηλυκό αρκτικόλεξο
- (αθλητισμός) η δεύτερη ανώτερη κατηγορία πρωταθλήματος σε διάφορα αθλήματα, όπως η καλαθοσφαίριση ή η πετοσφαίριση
- ※ Οι ομάδες της Α2 θα μπορούν τη νέα σεζόν να έχουν από έναν κοινοτικό στο ρόστερ τους, μετά την προκήρυξη της ΕΟΚ για την αγωνιστική περίοδο 2021-22. (Α2 Ανδρών: Δικαίωμα για έναν κοινοτικό η κάθε ομάδα, gazzetta.gr, 13 Απριλίου 2013)