Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
wobbling wobblings

wobbling (en)

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

wobbling (en)