Αγγλικά (en) επεξεργασία

παραθετικά
θετικός wittingly
συγκριτικός more wittingly
υπερθετικός most wittingly

  Ετυμολογία επεξεργασία

wittingly < witting + -ly

  Επίρρημα επεξεργασία

wittingly (en) (επίσημο)

  Πηγές επεξεργασία