Ουσιαστικό

επεξεργασία

vit (sq)



  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
vit vits

vit (fr) αρσενικό

  Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

vit (fr)

  • → δείτε τη λέξη vivre



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

vit (sv)