unshakable
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | unshakable |
συγκριτικός | more unshakable |
υπερθετικός | most unshakable |
Επίθετο
επεξεργασίαunshakable (en)
παραθετικά | |
θετικός | unshakable |
συγκριτικός | more unshakable |
υπερθετικός | most unshakable |
unshakable (en)